χαρτοδέτης

χαρτοδέτης
ο
1) переплётчик; 2) брошюровщик

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Смотреть что такое "χαρτοδέτης" в других словарях:

  • χαρτοδέτης — ο, Ν ο ειδικός στη χαρτοδέτηση. [ΕΤΥΜΟΛ. < χαρτί + δέτης (< δένω), πρβλ. βιβλιο δέτης] …   Dictionary of Greek

  • χαρτοδέτης — ο εργάτης ειδικός στη χαρτόδεση βιβλίου …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • χαρτοδεσία — η, Ν [χαρτοδέτης] χαρτοδέτηση …   Dictionary of Greek

  • χαρτοδετώ — έω, Ν [χαρτοδέτης] επενδύω βιβλίο με χαρτί, βιβλιοδετώ με χαρτί, τοποθετώ σε μια έκδοση εξώφυλλα από απλό χαρτί ή χαρτόνι και όχι επενδεδυμένα με ειδικό ύφασμα, πλαστικό υλικό ή δέρμα …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»